-
1 κρισις
1) разделение, различение(τῶν διαφερόντων Arst.)
2) суждение, мнение(ἐπαινέειν τέν κρίσιν τινός Her.; κ. οὐκ ἔστιν ἀληθής Soph.)
τέν κρίσιν περί τινος ποιεῖσθαι Arst. — иметь суждение о чем-л.3) суд, решение, приговорἐν θεῶν κρίσει Aesch. — по приговору (т.е. повелению) богов;
ἥ τῶν ὅπλων κ. Plut. — решение об оружии (убитого Ахилла)4) суд, судебное разбирательствоτῷ πλήθει μεταδιδόναι τῆς κρίσεως Plat. — дать народу право участия в судебном разбирательстве;
τὸ μετέχειν κρίσεως καὴ ἀρχῆς Arst. — участие в судебной и административной жизни;προκαλεῖν τινα ἐς κρίσιν περί τινος Thuc. — привлекать кого-л. к судебной ответственности за что-л.;καθιστάναι ἑαυτὸν ἐς κρίσιν Thuc. — добровольно предстать перед судом5) состязание, спор(τῶν μνηστήρων Her.)
τόξου κ. Soph. — состязание в стрельбе из лука6) спор, тяжба(θεῶν ἔρις τε καὴ κ. Plat.; ψευοομαρτυριῶν κρίσεις Arst.)
7) выбор, избрание(τῶν ἀξίων Arst.)
8) исход, окончание:(τὸ Μηδικὸν ἔργον) δυοῖν ναυμαχίαιν καὴ πεζομαχίαιν ταχεῖαν τέν κρίσιν ἔσχεν Thuc. исход (персидской) войны был быстро решен двумя морскими и двумя сухопутными сражениями; μάχη κρίσιν οὐ λαβοῦσα Plut. безрезультатное сражение
9) (ис)толкование(κρίσεις ἐνυπνίων Plut.)
10) переломный момент, кризис(αἱ τῶν νόσων κρίσεις Arst.)
См. также в других словарях:
διαφέρον — το (ουδ. μτχ. εν. ως ουσ.) (ΑΝ) το σημείο διαφοράς ενός πράγματος από άλλο νεοελλ. ό,τι ενδιαφέρει, προκαλεί προσοχή, ενδιαφέρον μσν. αποζημίωση, τιμωρία («ἡ περὶ βίας ἀγωγὴ τετραπλασιάζεται εἰς τὸ διαφέρον», Κων / νος Αρμενόπουλος, Εξάβιβλος)… … Dictionary of Greek
Heraclitus — Infobox Philosopher region = Western Philosophy era = Ancient philosophy color = #B0C4DE image caption = Heraclitus by Johannes Moreelse. The image depicts him as the weeping philosopher wringing his hands over the world and the obscure dressed… … Wikipedia
λογική — I (Μαθημ.). Μαθηματική επιστήμη, τα θεμέλια της οποίας βρίσκονται στο έργο του Αριστοτέλη Όργανον (βλ. λ. λογική [φιλοσοφική επιστήμη]). Ο μαθηματικός Μπουλ εισήγαγε στη λ. αυτή τον λογισμό, με τον οποίο αποφεύγονται πολλά προβλήματα που υπάρχουν … Dictionary of Greek